
Στην πεντάδα με τα περισσότερα κρούσματα του Candida auris η Ελλάδα
Σοβαρή ανησυχία προκαλεί στους επιστήμονες η ραγδαία εξάπλωση του μύκητα Candida auris σε νοσοκομεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με το ECDC (Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νοσημάτων) να εκπέμπει σήμα κινδύνου για την υγειονομική ασφάλεια. Ανάμεσα στις χώρες με τα περισσότερα καταγεγραμμένα περιστατικά συγκαταλέγεται και η Ελλάδα.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποίησε το ECDC την Πέμπτη (11/9), το 2023 καταγράφηκαν 1.346 κρούσματα Candida auris στην Ευρώπη, αριθμός αυξημένος κατά 67% σε σχέση με το 2022. Ο μύκητας, που μέχρι το 2013 δεν είχε εντοπιστεί σε ευρωπαϊκό έδαφος, παρουσιάζει υψηλή ανθεκτικότητα στα διαθέσιμα αντιμυκητιακά φάρμακα και μεταδίδεται εύκολα σε νοσοκομειακά περιβάλλοντα.
Η Candida auris επιβιώνει σε επιφάνειες και ιατρικό εξοπλισμό, ενώ προσβάλλει κυρίως ασθενείς με ήδη επιβαρυμένη υγεία. Η θνησιμότητα σε σοβαρές περιπτώσεις μπορεί να φτάσει έως και το 60%, καθιστώντας τον μύκητα ιδιαίτερα απειλητικό για τις ευάλωτες ομάδες.
Το ECDC προειδοποιεί πως, εάν δεν ληφθούν άμεσα και συντονισμένα μέτρα, η εξάπλωση μπορεί να παγιωθεί σε τοπικό ή και εθνικό επίπεδο.
Η Ελλάδα μεταξύ των πληττώμενων χωρών
Η μετάδοση του μύκητα είναι ιδιαίτερα εκτεταμένη στην Ελλάδα, την Ιταλία, τη Ρουμανία και την Ισπανία, σε τέτοιο βαθμό που πλέον είναι δύσκολο να εντοπιστούν μεμονωμένες εστίες, όπως αναφέρει η σχετική έκθεση. Μαζί με τη Γερμανία, οι παραπάνω χώρες καταγράφουν τον υψηλότερο αριθμό περιστατικών στην Ε.Ε.
«Αυτό αποδεικνύει πόσο εύκολα μπορεί να εδραιωθεί ο μύκητας στα νοσοκομεία», τόνισε σε δηλώσεις του στο Bloomberg ο Διάμαντης Πλαχούρας, επικεφαλής του τμήματος Ανθεκτικότητας στα Αντιβιοτικά και Λοιμώξεων του ECDC. «Όμως αυτό δεν είναι αναπόφευκτο, η έγκαιρη ανίχνευση και ο συντονισμένος έλεγχος μπορούν ακόμη να αποτρέψουν την περαιτέρω εξάπλωση».
Η απομόνωση των νοσούντων, η αυστηρή υγιεινή και η απολύμανση του ιατρικού εξοπλισμού είναι μεταξύ των μέτρων που προτείνει το ECDC για τον περιορισμό της διασποράς.
Δανία: Παράδειγμα επιτυχούς αντιμετώπισης
Στον αντίποδα, η Δανία αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα επιτυχούς διαχείρισης, καθώς κατάφερε να περιορίσει την έξαρση του μύκητα και να αναφέρει μηδενικά νέα κρούσματα.
Ωστόσο, συνολικά η εικόνα στην Ευρώπη παραμένει προβληματική: από τις 36 χώρες που αξιολόγησε το ECDC, μόλις 17 διαθέτουν εθνικά συστήματα επιτήρησης του Candida auris και μόνο 15 έχουν εκδώσει κατευθυντήριες οδηγίες για την πρόληψη της μετάδοσης.
Αστάθεια στη χρηματοδότηση νέων θεραπειών
Την ίδια ώρα, η ανάπτυξη νέων αντιμυκητιακών θεραπειών παραμένει στάσιμη. Αν και το 2022 οι επενδύσεις άγγιξαν τα 383 εκατομμύρια δολάρια, φέτος δεν έχουν καταγραφεί νέες χρηματοδοτικές δεσμεύσεις, σύμφωνα με την πλατφόρμα PitchBook.
Οι περισσότερες επενδύσεις επικεντρώνονται σε λίγες εταιρείες βιοτεχνολογίας, όπως η Pulmocide Ltd. και η F2G. Οι δυσκολίες στον εντοπισμό νέων φαρμακευτικών στόχων, το υψηλό κόστος έρευνας και η περιορισμένη εμπορική προοπτική των αντιμυκητιακών φαρμάκων συνιστούν ανασταλτικούς παράγοντες για την περαιτέρω πρόοδο στον τομέα.